8miles

Δημήτρης Πουλικάκος 2013

[Παναγιώτης Φουρκιώτης, Άντα Λαμπάρα - 10/02/13]

Ο Δημήτρης Πουλικάκος αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο για αυτό που λέμε Ελληνικό rock ή rock στην Ελλάδα. Πέρα από τους δίσκους «Μεταφοραί Εκδρομαί ο Μήτσος» και «Crazy Love στου Ζωγράφου» τη δεκαετία του '70, πέρα από τη συμμετοχή του σε άλμπουμ άλλων μουσικών και πέρα από την εμφάνισή του σε μεγάλο αριθμό ταινιών και σήριαλ, η παρουσία του και μόνο σήμαινε και σημαίνει πολλά για τους rockers στη χώρα μας. Σήμαινε την αρχή μιας αντίληψης για το rock'n'roll που ξέφευγε από τα στενά όρια της ακρόασης και πέρναγε στο επίπεδο του να βιώνεις έναν άλλο τρόπο ζωής. Το Wild Thing πέρασε ένα απόγευμα συζητώντας μαζί του.

Wild Thing: Προέρχεσαι από μια οικογένεια αστών και πολιτικών...

Δημήτρης Πουλικάκος: ... πολιτικών από σπόντα.

WT: Το ότι εσύ ακολούθησες ένα εντελώς διαφορετικό δρόμο στη ζωή σου, ένα δρόμο καλλιτεχνικό...

ΔΠ: ... μην το λες το καλλιτεχνικό γιατί με τους λόγιους και τους καλλιτέχνες έχουμε θέμα.

WT: Καλά. Ήρθες σε αντιπαράθεση με την οικογένειά σου για τις επιλογές σου;

ΔΠ: Οδηγήθηκα κατ' αρχήν προς το αποκαλούμενο περιθώριο, ή όπως το λέγανε τότε, από πολύ μικρός. Εκνευριζόμουνα πάρα πολύ με τους συγγενείς που όποτε έρχονταν κάνανε τα δικά τους και από μέσα μου γαμοσταύριζα. Μιλάμε για τριών-τεσσάρων χρονών. Τώρα το πώς ένα μικρό παιδί ήξερε τέτοιες βρισιές είχε να κάνει με τον πατέρα μου που ήταν βλάσφημος και ακολούθησα και εγώ. Πάντα στις οικογένειες υπάρχει κάποια θεία ή κάποιος θείος που σε αντιμετωπίζει αλλοιώς και κατά κάποιον τρόπο ακολουθείς πίσω τους ένα δρόμο. Εγώ είχα τη θεία μου.

WT: Θα έλεγες ότι είχε περάσει στο γονίδιο κάποια καλλιτεχνική φλέβα;

ΔΠ: Ο πατέρας μου ήταν μουσικόφιλος και είχε ένα πιάνο που μου απαγορευόταν να το αγγίξω διότι είχαμε διαφορές με τον πατέρα μου και ενώ ήξερε ότι έχω μια έφεση προς τη μουσική δεν με άφηνε να το αγγίζω. Αλλά έπαιζε και κιθάρα. Γι' αυτό γουστάρω τον Κατσαρό τον ρεμπέτη που έπαιζε στην Αμερική, γιατί έπαιζε με την ίδια τεχνοτροπία. Και ο παππούς μου έπαιζε και ακούγαμε κλασική μουσική στο σπίτι. Έπρεπε να είχα γίνει μαέστρος.

WT: Από την πολλή κλασική που άκουγες;

ΔΠ: Ναι, αφού ακόμα θυμάμαι πράγματα που μπορώ να τα διευθύνω απ' έξω και μπορεί να έχω να τ' ακούσω και πενήντα χρόνια.

WT: Τι σε οδήγησε στη μουσική κατ' αρχάς;

ΔΠ: Δεν ήταν τόσο η μουσική. Λειτουργώ με ήχους που τους ακούω στο κεφάλι μου. Άλλοι ακούνε φωνές, εγώ ακούω ήχους.

WT: Οι μουσικές σου ανησυχίες από πότε ξεκίνησαν;

ΔΠ: Δεν θυμάμαι ακριβώς, γιατί είχα από ανέκαθεν μια σχέση με την μουσική. Δεν μπορώ να το εντοπίσω χρονικά, αλλά το rock'n'roll  ήταν μια αποκάλυψη. Ήταν μια σφυριά στο κεφάλι. Όταν πρωτάκουσα Little Richard, σε μια εποχή που ακουγόταν το «Άστα τα Μαλλάκια σου Ανακατωμένα», Frank Sinatra και Sibelius, ήταν σαν να σε βαράνε στο κεφάλι με τη βαριοπούλα. Ήταν και η ηλικία τέτοια - πρέπει να ήμουνα δώδεκα, δεκατριών χρονών τότε - γύρω στο ’56, ήταν και η εποχή. Αλητεύαμε άνετα, ούτε Εκατό υπήρχε τότε και κάθε βράδυ κλέβαμε αυτοκίνητα. Δεν υπήρχε κανείς να μας κυνηγήσει, κάναμε τη βόλτα με την παρέα μας και τα παρκάραμε εκεί από όπου τα είχαμε πάρει!

WT: Ήταν άνετα τα πράγματα τότε!

ΔΠ: Να σκεφτείς ότι ο τότε βασιλιάς Παύλος, που είχε τρέλα με τα αμάξια όπως και ο γιος του ο Κωνσταντίνος, όταν αποφάσιζε να βγει και να τρέξει στους δρόμους της Αθήνας, το Παλάτι έπαιρνε τηλέφωνο την Αστυνομία, τους έδινε το δρομολόγιο και εκείνοι ειδοποιούσαν τους ιδιοκτήτες αυτοκινήτων να πάρουν τα αμάξια τους για να είναι άδειοι οι δρόμοι και να μην γίνει κάνα ατύχημα. O πατέρας μου έλεγε: «Θα περάσει το Μεγάλο Γουρούνι!», γιατί μπορεί η οικογένειά μου να ήταν δεξιά, αλλά ήταν αντιβασιλικοί.

WT: Η δική σου γενιά των Ελλήνων rockers τι άφησε πίσω της;

ΔΠ: Κατ' αρχήν μερικοί από αυτούς ζουν ακόμη. Όσοι έχουν φύγει όλο και κάτι αφήνουν, αν και το θέμα δεν βρίσκεται στο τι αφήνεις, αλλά πώς το εκλαμβάνει ο άλλος. Πώς εκλαμβάνουμε εμείς αυτά που μας άφησαν οι προηγούμενοι και πώς θα εκλάβουν οι επόμενοι αυτά που θα αφήσουν οι γενιές που φεύγουν. Γιατί και οι αρχαίοι μας άφησαν διάφορα, αλλά πώς τα εκλαμβάνουμε εμείς; Τα έχουμε σαν πρόσημο, σαν το δάχτυλο πίσω από το οποίο προσπαθούμε να κρυφτούμε. Έχουμε δημιουργήσει πολιτισμό ως νέο ελληνικό κράτος; Αντίθετα διαλύσαμε και ό,τι υπήρχε.

WT: Τι ήταν αυτό που σε ώθησε με τόσο ενθουσιασμό να συμβάλεις στη δημιουργία του λογοτεχνικού περιοδικού «Πάλι» το 1963 και γιατί σταμάτησε η ενασχόληση σου με τη λογοτεχνία;

ΔΠ: Δεν σταμάτησα, απλά δεν εκδίδω τίποτα. Γράφω, έχω τετράδια ολόκληρα γραμμένα.

WT: Στο «Πάλι» εκτός από κάποια άρθρα και μεταφράσεις δεν συνέχισες...

ΔΠ: ... το «Πάλι» σταμάτησε την έκδοσή του έτσι κι αλλοιώς με την επελθούσα δικτατορία. Για να καταλάβεις, όταν πήγαινες στο στρατό και φάκελο στην Ασφάλεια να μην είχες, αν ήσουνα ποιητής, συγγραφέας ή γενικά αν είχες καλλιτεχνικές ενασχολήσεις, έπαιρνες το χαρακτηρισμό «Α», δηλαδή Αριστερός. Το περίεργο είναι ότι οι χίππηδες είχαν μια μανία με τα στρατιωτικά ρούχα, τα αμπέχωνα, τα τζάκετ. Και οι αριστεροί φοιτητές το ίδιο ντύνονταν και πριν το Πολυτεχνείο. Είναι περίεργα αυτά τα πράγματα. Το γιατί δεν το ξέρω.

WT: Στα τέλη της δεκαετίας του '60 έκανες φωνητικά στους M.G.C. και αρχές '70 στον  Εξαδάκτυλο, που πρόλαβε και μας άφησε σαν μουσική κληρονομιά ένα σινγκλ («Τα παιδιά Είναι Εντάξει» / «Σε Καλή Μεριά»)... Τι αναμνήσεις σου έχει αφήσει αυτή η περίοδος;

ΔΠ: Και το Μεταφοραί Εκδρομαί... του Εξαδάκτυλου είναι. Τι να σου πω για τότε; Θυμάμαι όταν παίζαμε και τότε χόρευε ο κόσμος, πριν ενοχοποιηθεί ο χορός από την Αριστερά. Επειδή το μαγαζί ήτανε πήχτρα και ήταν μέσα στη μούρη μου τόσο πολύ που δεν μπορούσα ούτε να ανασάνω, πριν τις συναυλίες έτρωγα φαγητά με μπόλικο κρεμμύδι ή σκόρδο! Κάτι για να μην έρχονταν πολύ μπροστά και με πνίγανε. Από εκείνη την περίοδο αυτό που μου μένει είναι ότι ενώ οι μουσικοί ήταν λιγότερο προχωρημένοι στην τεχνική τους σε σχέση με σήμερα, στο feeling οι μουσικοί ήταν πιο ελεύθεροι. Μπορούσαμε να ανεβούμε και να παίζουμε μιάμιση ώρα πρόγραμμα χωρίς να παίζουμε συγκεκριμένα κομμάτια. Απλά αυτοσχεδιάζαμε. Μέχρι σήμερα όταν ακούω για τζαμάρισμα κρατιέμαι, γιατί αν ακούσεις τα αποτελέσματα πολύ λίγες φορές θα σου αρέσουν. Τις περισσότερες φορές ήταν ένα αμήχανο πράγμα με μερικές πολύ καλές στιγμές. Υπήρχαν στιγμές που μου ερχόταν και ναυτία από την πολλή κακοφωνία. Είχε και αυτό το ενδιαφέρον του.

WT: Πες μας λίγο για την πορεία σου στα γκρουπ της εποχής.

ΔΠ: Για να δούμε... στους M.G.C. από το '67 μέχρι το καλοκαίρι του '69 σε μια εμφάνιση στις Σπέτσες, στον Εξαδάκτυλο το '70 μέχρι το '73, απ' όπου ξεκίνησα ως μπασίστας, και μετά Αχ Βαχ στο Lido - το μετέπειτα Chin Chin. Στον Εξαδάκτυλο πήγα τότε με τον Πολύτιμο. Είχα έρθει από Λονδίνο και πήγα Μάταλα ένα διάστημα και όταν γύρισα κατά τον Σεπτέμβριο - Οκτώβριο του '67, μου είπε ο Πολύτιμος ότι πήγε φαντάρος ο μπασίστας και επειδή γρατσούναγα λίγο κιθάρα μου έμαθε πώς να παίζω μπάσο.

WT: Άρα πρώτη φορά που έπαιξες μπάσο ήταν τότε;

ΔΠ: Ναι τότε. Και το μπάσο είναι και πιο δύσκολο, γιατί έχει και τις βασικές ρυθμικές και τις βασικές αρμονικές. Στην κιθάρα ή το πιάνο για παράδειγμα όποιος σολάρει μπορεί να μπαινοβγαίνει, ενώ το μπάσο πρέπει να μένει σταθερό.

WT: Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με τον κινηματογράφο και την τηλεόραση τη δεκαετία του ’70; Έχεις κάνει πάνω από εξήντα ταινίες.

ΔΠ: Και άλλα τόσα τηλεοπτικά. Κατ' αρχάς μου άρεσε και ταυτόχρονα με την ενασχόληση με τη μουσική μου άρεσε και το σινεμά. Ήταν τα πράγματα που με τραβούσαν πιο πολύ απ' όλα. Πιτσιρικάδες την κάναμε κοπάνα από το σχολείο και πηγαίναμε και βλέπαμε τρεις - τέσσερεις ταινίες την ημέρα. Τότε οι κινηματογράφοι δούλευαν από τις δέκα το πρωΐ.

WT: Έχεις ασχοληθεί τρεις δεκαετίες με σινεμά και τηλεόραση...

ΔΠ: ... σινεμά παραπάνω. Με την τηλεόραση ασχολήθηκα πιο αργά.

WT: Ποια ταινία έκανες πρώτα;

ΔΠ: Τη Φόνισσα του Φέρρη και έκανα και άλλη μία το '64 που δεν τέλειωσε ποτέ.

WT: Πώς θα λεγόταν η ταινία;

ΔΠ: Ήταν του Γιάννη του Λελούδα, μαυρόασπρη και θα λεγόταν Narcissus 64. Ένα δεύτερο ή τρίτο ρόλο έπαιζα.

WT: Υπάρχει κάποια ταινία που να σου έμεινε, να θεωρείς ότι ήταν πολύ καλή.

ΔΠ: Οι περισσότερες μαλακίες ήτανε. Ακόμη και σε μια του Κακογιάννη που έπαιξα πρέπει να ήταν η χειρότερή του. Αυτές που μου άρεσαν ήταν το Αλδεβαράν, οι Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδας, το Happy Day, Οι Απέναντι. Έχει να κάνει και με το αποτέλεσμα και με τις εμπειρίες που έχεις στη διάρκεια των γυρισμάτων. Η παραμονή στη Μακρόνησο κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του Happy Day ήταν από τις καλύτερες εμπειρίες της ζωής μου. Και από τους Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδας έχω καλές αναμνήσεις, αλλά η παραμονή στη Μακρόνησο ήταν... διαφορετική. Το μέρος έχει μια ενέργεια απίστευτη. Μυστήρια. Δεν μπορείς να φανταστείς. Φτάσαμε βράδυ και φύσαγε ο αέρας μέσα από ερείπια που κάποτε εκεί κοιμόταν κόσμος. Μπήκα σε ένα θάλαμο χωρίς παράθυρα και υπήρχαν κουβέρτες που πέταγαν από τον αέρα... Απίστευτο σκηνικό. Υπήρχαν και κάποια παιδιά, φαντάροι, που ήταν καταπληκτικά. Ήταν ένας που τον λέγανε Κολοράντο και δεν ήταν ακριβώς καθυστερημένο, αλλά λίγο αργός ήτανε. Είχε μια μεγάλη ουλή στο λαιμό, ήταν ψηλός και είχε αυτοδιοριστεί προστάτης και φύλακας της κάμερας. Τον φωνάζανε Κολοράντο γιατί αν φώναζες ξαφνικά «Κολοράντο!», γύριζε απότομα και έκανε ότι σε πυροβολούσε. Ήταν ένας άλλος που ήξερε απ' έξω όλες τις διαδρομές των λεωφορείων της Αττικής και όλες τις στάσεις. Στο τέλος των γυρισμάτων τελείως αυθόρμητα μερικοί ηθοποιοί και κομπάρσοι πήραν τα μουσικά όργανα που υπήρχαν για το γύρισμα και άρχισαν να παίζουν κάνοντας το γύρο του στρατοπέδου. Επειδή δεν ήταν κανονικά όργανα, οι ήχοι που έβγαιναν ήταν περίεργοι, δεν περιγράφονται.

WT: Το Happy Day ήταν και υπερπαραγωγή για την εποχή του.

ΔΠ: Τηρουμένων των αναλογιών, ναι ήταν.

WT: Έχεις ξεχωρίσει κάποιον σκηνοθέτη που έχεις συνεργαστεί;

ΔΠ: Μ' αρέσει ο Παναγιωτόπουλος. Καμιά φορά διαφωνούμε, αλλά μ' αρέσει. Τρομερή εμπειρία για μένα ήταν και οι Άρχοντες, του Μανούσου, γιατί μέναμε όλοι μαζί μέσα στο Χιλιομόδι και ήταν σαν παιδική κατασκήνωση ή σαν να ήσουν στους προσκόπους. Απελευθερωτική εμπειρία.

WT: Ποιο θεωρείς υποκριτικά το δυνατό σου σημείο;

ΔΠ: Ιδέα δεν έχω! Μ' αρέσει η κωμωδία, μ' αρέσει και το δράμα.

WT: Τι πιστεύεις ότι σου ταιριάζει περισσότερο;

ΔΠ: Παρ' ότι δεν μου άρεσε σαν ταινία, στο Sweet Country έκανα έναν αξιωματικό βασανιστή. Στο σινεμά οι καλύτεροι κακοί είναι οι κωμικοί, επειδή η κωμωδία είναι περίεργο πράγμα. Αν προσπαθήσεις να τους ικανοποιήσεις όλους δεν ικανοποιείς κανέναν και αυτό ξεκινάει από το κείμενο. Οι Έλληνες σεναριογράφοι γράφουν δυσκοίλια και για την τηλεόραση, αλλά στο σινεμά πολύ περισσότερο. Άλλο πράγμα η ιδέα της υπόθεσης μιας ταινίας και άλλο οι διάλογοι. Γι' αυτό και οι περισσότεροι σκηνοθέτες στην Ελλάδα γίνονται και σεναριογράφοι, ιδιαίτερα οι νεότεροι. Παλιά οι ρόλοι ήταν ξεκάθαροι, έβλεπες σκηνοθεσία - ο Λάσκος, σενάριο - ο Σακελλάριος. Το Χόλυγουντ έχει την επιτυχημένη συνταγή. Έχουν την κεντρική ιδέα της ταινίας, αποφασίζουν ποιος ηθοποιός θα παίξει και ανάλογα γράφονται και οι διάλογοι.

WT: Πιο καλό παράδειγμα κωμικού που έπαιξε ρόλο κακού σου έρχεται στο μυαλό;

ΔΠ: Ο Walter Matthau αλλά ξεχνάω την ταινία τώρα (σσ. The Kentuckian, 1955) και ο John Lithgow και ο De Niro και το σημαντικό είναι ότι παίζουν τον κακό χωρίς να αλλάζουν τις εκφράσεις τους, αλλά μόνο με την εκφορά του λόγου τους.

WT: Όπως και στο The King of Comedy (1983) με De Niro και Jerry Lewis, όπου ο μεν Jerry Lewis παίζει έναν σοβαρό ρόλο, ενώ ο De Niro δίνει κωμική παράσταση.

ΔΠ: Ο Jerry Lewis μ' αρέσει περισσότερο και ο Dean Martin όταν παίζανε μαζί. Ο Martin μ' αρέσει και ως τραγουδιστής γιατί είναι πολύ εκφραστικός, σε αντίθεση με τον Sinatra που είναι «ατσάλι». Η τελειότητα του Sinatra με απωθεί, όσο και να τον εκτιμώ, αλλά ο Dean Martin μιλάει κατευθείαν στην ψυχή σου.

WT: Ίσως γιατί έβγαζε τα πάθη του στην επιφάνεια με τη φωνή και το παίξιμό του.

ΔΠ: Και χαλαρά, χωρίς σοβαροφάνεια. Ενώ ο στεγνός ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι δημιουργικός. Αυτό ζούμε σήμερα και το βλέπεις και στην πολιτική, όπου επικρατεί ένας τύπος στεγνού ανθρώπου σαν να' ναι bionic. Υποτίθεται ότι έχεις ένα βαθμό εξυπνάδας, ένα IQ, για να μπεις στους 300 αλλά από ό,τι φαίνεται δεν είναι τελείως απαραίτητο. Το IQ είναι ένα εφεύρημα, γιατί ένα παιδάκι από την Αφρική μπορεί να είναι πιο έξυπνο από ένα Βοστωνεζάκι αλλά στο IQ θα λάβει κατώτερο βαθμό, καθώς οι ερωτήσεις τους είναι παραπειστικές.

WT: Πάντως αυτό το «δημιουργικό πάθος» φαίνεται να λείπει σήμερα.

ΔΠ: Υπάρχει μια μηχανιστική εκτέλεση θα έλεγα. Βλέπω, για παράδειγμα, κάποιους να προσπαθούν να παίξουν swing. Πρώτ' απ' όλα πρέπει να ξέρεις τα όριά σου. Για να παίξεις Django Reinhardt πρέπει να είσαι καλύτερός του. Για να τον ερμηνεύσεις απλά πρέπει να είσαι πολύ καλός, γιατί έχω ακούσει πολλές μηχανιστικές εκτελέσεις χωρίς συναίσθημα. Για να παίξεις κάτι τέτοιο πρέπει να το κάνεις δικό σου το κομμάτι - δεν έχει σημασία ποιος το έγραψε, πρέπει να το κάνεις δικό σου.

WT: Το ίδιο δεν συμβαίνει με αρκετά συγκροτήματα που χαρακτηρίζονται rock, ψυχεδελικά ή progressive και αυτό που ακούς είναι κάποιους μουσικούς με έντονες τις επιρροές από το ανάλογο είδος μεν, χωρίς προσωπικότητα δε;

ΔΠ: Δεν πρέπει να βιαζόμαστε να βάζουμε ταμπέλες. Εδώ ακούς κάποιες να διαγωνίζονται στο 'Dancing on Ice' και να λένε η μία στην άλλη: «Χρυσή μου σε βλέπω πολύ rock απόψε!» Αμέσως καταλαβαίνεις ότι «ροκ», με την έννοια που το ξέραμε εμείς, δεν υπάρχει και αποφεύγω να την χρησιμοποιώ κιόλας γιατί υπονοεί άλλα από αυτά που θέλω να εκφράσω. Το σύστημα παίρνει κάτι που είναι επαναστατικό, το ευνουχίζει και στο ξαναπουλάει.

WT: Όπως έπαθε ο Elvis με τις ταινίες του.

ΔΠ: Στην Ελλάδα πάσχουμε από έλλειψη Παιδείας και δεν εννοώ εκπαίδευσης. Το μοναδικό σημαντικό πράγμα που δημιούργησε ο σύγχρονος Έλληνας, το Ρεμπέτικο, που εν δυνάμει θα μπορούσε να βάλει τα θεμέλια για την αρχή ενός άλλου πολιτισμού, το χτύπησαν και η Δεξιά και η Αριστερά της εποχής. Η Δεξιά τους έσπαγε τα μπουζούκια και τους απαγόρευσε να παίζουν και το ΚΚΕ το έβριζε. Το ίδιο έγινε και με το rock, όπου το ΚΚΕ ασπάστηκε τη jazz, γιατί κάτι έπρεπε να προτείνει, όπου συν τοις άλλοις δεν είχε και στίχους για να διαφωνήσεις. Όπου στη jazz οι μεγαλύτεροι τζαζίστες ήταν πρεζάκια του κερατά, περισσότερο απ' ό,τι στο rock. Ούτε χορός ούτε τίποτα - καθόμαστε, ακούμε ευγενικά και φεύγουμε.

WT: Τους πήρε καμιά εικοσαριά χρόνια για να αρχίσουν να βάζουν rock συγκροτήματα στα φεστιβάλ της ΚΝΕ.

ΔΠ: Γενικά η ψυχή πρέπει να ίπταται και οι παρωπίδες περιορίζουν τον άνθρωπο. Είμαστε όλοι, άσχετα από ιδεολογίες, στον ίδιο διάδρομο που οδηγεί στο ίδιο μπουντρούμι, αντί να πηγαίνουμε προς τα ανοιχτά λιβάδια και την Ελευθερία. Η ομαδοποίηση και τα λάβαρα αυτό κάνουν. Οι λαοί δεν έχουν να μοιράσουν τίποτα μεταξύ τους. Τις διαφορές τις κάνουν τα συμφέροντα και για να μην πηγαίνουμε μακριά, ας δούμε τι έγινε πρόσφατα και ψηφίσαμε τους ίδιους που μας καταστρέψανε. Είναι θέμα Παιδείας, όταν οι λεγόμενοι «άνθρωποι του πνεύματος» έχουν μεταμορφωθεί σε αυτιστικούς με την θέλησή τους, γιατί ο κόσμος τους φοβίζει καθώς δεν τον καταλαβαίνουν. Και μετά είναι και ο κόσμος της χύδην επικοινωνίας, που είτε τους κρατάει στο καβούκι τους, είτε μπορεί να τους παρασύρει και να τους γελοιοποιήσει ανά πάσα στιγμή βάζοντάς τους την ταμπέλα του γραφικού.

WT: Χάσαμε την δυνατότητα της επικοινωνίας με τον κάθε καραγκιόζη να ουρλιάζει στην τηλεόραση…

ΔΠ: Συμβαίνουν και αλλού αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό. Καταντήσαμε να θεωρείται πολιτισμός ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός, η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ.

WT: Δεν δημιουργείς πολιτισμό με δύο καλούς λογοτέχνες σε μια γενιά, γιατί απλά δεν είναι αρκετό.

ΔΠ: Δεν φτάνει ούτε ο Ζορμπάς, ούτε το σουβλάκι, ούτε ο μουσακάς. Όταν στα Γαλλικά ή στα Γερμανικά τα πρώτα πράγματα που μαθαίνεις είναι τα «τι κάνεις», «ευχαριστώ», «παρακαλώ», στα Ελληνικά μαθαίνεις το «μαλάκας» και αυτό τα λέει όλα. Δίνει το πολιτισμικό στίγμα ενός λαού.

WT: Τα (ξένα) συγκροτήματα που έρχονται εδώ πρώτα το «μαλάκας» μαθαίνουν.

ΔΠ: Έχω δει σε ταινία που ήταν άσχετη με τους Έλληνες και την Ελλάδα, τύπο να λέει σε έναν άλλο: "What are you? Some kind of a malaka?"

WT: Το «μαλάκας» έχει μπει επίσημα στην Αυστραλιανή αργκό εδώ και τριάντα χρόνια.

ΔΠ: Η αστική τάξη στην Ευρώπη προσδιοριζόταν από την μόρφωσή της, ενώ στην Ελλάδα από την περιουσία της. Φιλοσοφικά δεν μπορείς να καθορίσεις μια ολόκληρη τάξη μόνο από το οικονομικό. Κάποιος που έχει λεφτά μπορεί να είναι και εκλεπτυσμένος, όμως δεν μπορεί αυτό να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την κατάταξή του. Μπορεί να είναι και η αισθητική ένας παράγοντας. Εδώ έχουμε αντιστρέψει αυτό που έκαναν οι Ρωμαίοι στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, δηλαδή τον αντέγραψαν ως κιτς. Εμείς αντιγράψαμε ένα κομμάτι του Δυτικού πολιτισμού και το κάναμε καρακιτσαριό. Αυτό είναι και το δράμα μας.

WT: Για παράδειγμα σε κάποια νησιά, παρότι βγάλανε λεφτά από τον τουρισμό, δεν έφτιαξαν τα σπίτια τους, αλλά γκρέμισαν τον τοίχο του ισογείου για να χωρέσει η Μερσεντές.

ΔΠ: Παρ' όλα αυτά ο χωρικός, αν έχει ακόμα κάποια επαφή με το χώμα, με τη Φύση, κάπου πατάει. Έχει ένα μέτρο, ενώ ο αστικός πληθυσμός έχει χάσει το μέτρο. Γι' αυτό και υποφέρει περισσότερο.

WT: Από πού εμπνεύστηκες τον τίτλο του «Εκδρομαί Μεταφοραί ο Μήτσος»;

ΔΠ: Από διάφορα φορτηγά που έβλεπα μικρός. Καθόταν ο κόσμος με σκαμνιά και πήγαινε για μονοήμερες εκδρομές κοντά στην Αθήνα. Έβγαζαν τα όργανα, ακορντεόν, κιθάρες και τραγουδούσαν. Τους έβλεπες και έλεγες ότι αυτοί οι άνθρωποι περνάνε καλά. Και εμείς πηγαίναμε οικογενειακά στον Άγιο Αντρέα και στο Ζούμπερι για μπάνιο.

WT: Τώρα τελευταία άκουσες κάτι που να σου άρεσε;

ΔΠ: Ακούω διάφορα, αλλά τα περισσότερα δεν τα συγκρατώ. Από βλάχικα αμερικάνικα μέχρι βλάχικα ελληνικά και όλα τα άλλα στο ενδιάμεσο.

WT: Ετοιμάζεις κάτι;

ΔΠ: Όλο και κάτι ετοιμάζω, αλλά τι θα γίνει δεν ξέρω. Είμαι λίγο δύσκολος γιατί τα ακούω πολύ συγκεκριμένα μέσα στο κεφάλι μου. Δεν το έχω και εύκολο να τρέχω από εδώ και από εκεί και το να βρεις τους κατάλληλους ανθρώπους να παίξουν αυτό που θέλεις, όπως το θέλεις, δεν είναι και εύκολο. Δεν είμαι και από αυτούς που θα βάλουν άλλους να μου γράψουν τις παρτιτούρες. Πάντως γράφω και μουσική και τραγούδια.

WT: Ό,τι γράφεις θα ήθελες κάποια στιγμή να εκδοθεί ή τα γράφεις μόνο για σένα;

Μεταφοραί Εκδρομαί ο Μήτσος (1976)ΔΠ: Όταν οι στίχοι και οι μουσικές σου τρέχουν από τα μπατζάκια, θέλεις κάπου να τα βάλεις. Σε ένα χαρτί, σε ένα μαγνητόφωνο, κάπου. Έχω και κάτι χιλιάδες φωτογραφίες, καθότι έχω και μια μανία να φωτογραφίζω ότι μου τραβάει το ενδιαφέρον στην τηλεόραση. Κάποια στιγμή θα κάνω και μια έκθεση. Σκέφτηκα να βάλω κάνα δυο πλυντήρια με μια λεκάνη άπλυτα και όποιος θέλει να φέρνει τα ρούχα του για πλύσιμο και να βλέπει και τις φωτογραφίες στον τοίχο. Απλά δεν μπορώ τα artsy - fartsy κυκλώματα των γκαλερί. Είμαι πιο πολύ υπέρ των «σκύλων» παρά του σημείου fart, γιατί οι σκυλάδες ξέρουν τι είναι και σε ποιους απευθύνονται και αυτοί στους οποίους απευθύνονται ξέρουν ποιος τους μιλάει και τι τους λέει. Βλέπεις η τέχνη στις μέρες μας έχει πάει αλλού από εκεί που θα έπρεπε να βρίσκεται. Η τέχνη είναι ότι πιο ανθρώπινο υπάρχει. Τα ζώα γιατί δεν κάνουν τέχνη και γιατί ο άνθρωπος έχει ανάγκη να δημιουργήσει τέχνη; Και όταν κάνει τέχνη, γιατί δεν γίνεται άνθρωπος; Είναι ένα επίμονο ερώτημα γιατί μετά από τόσες χιλιάδες χρόνια ανθρώπινου πολιτισμού δεν έχουμε μάθει να ζούμε σαν άνθρωποι. Τα ζώα έχουν πολύ συγκεκριμένους κανόνες που διέπουν τις ζωές τους, αλλά είναι τέτοιοι που αν εφαρμόζονταν στις ανθρώπινες κοινωνίες θα τις λέγαμε δικτατορία. Και τι νόημα έχει να λέγεσαι καλλιτέχνης; Προσωπικά δεν με αφορά. Το αν αρέσει σε κάποιον να τραγουδά, δεν το συνδέω ούτε με την τέχνη, ούτε με τη διανόηση, ούτε με τίποτα άλλο. Απλά είναι μια προσωπική μου ανάγκη να χορεύω, να τραγουδάω, να ακούω πράγματα. Με αυτή την έννοια είμαι αυτιστικός. Είμαι και αγοραφοβικός εκτός και αν είμαι πάνω στο πάλκο. Εκεί σε κάνω ό,τι θέλω. Είναι ένα Βήμα όπως η Πνύκα, όπως ο κατηγορούμενος στο δικαστήριο ο οποίος είναι ο μόνος που μπορεί να πει ό,τι θέλει, θεωρητικά τουλάχιστον. Γιατί η κοινωνία δεν μπορεί να ζει στα άκρα, ενώ ο καλλιτέχνης οφείλει να ζει στα άκρα και η τέχνη πρέπει να σοκάρει. Πρέπει να έχει μέρη τα οποία να ταρακουνάνε τον μέσο άνθρωπο, τον «μετρίως μέτριο και πάντα μετρημένο».

Crazy Love στου Ζωγράφου (1979)WT: Είμαστε όμως η κοινωνία του «ναι μεν, αλλά».

ΔΠ: Μην το περιορίζεις στην Ελλάδα, γιατί και άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες είναι έτσι. Εδώ εμάς μας πιάσανε με τα βρακιά κατεβασμένα και ανέβηκε η ακροδεξιά. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ανθελληνικό από το να τα βάζεις με κάποιον που είναι πιο αδύναμος από εσένα. Σε κανένα πάνελ δεν θα ακούσεις αυτό το επιχείρημα. Άκουσα να λένε οι νεοναζί ότι όσοι είναι αδύναμοι, ασθενείς, ομοφυλόφιλοι ή ψυχικά διαταραγμένοι θα πρέπει να τους κάνουν ευθανασία. Η λογική λέει ότι εάν θέλουν να εφαρμόσουν κάτι τέτοιο, είναι οι ίδιοι ψυχικά διαταραγμένοι και οι πρώτοι στους οποίους θα γίνει ευθανασία. Αλλά έχουν μάθει το μάθημά τους και από τους Ναζί και από την Αριστερά.

WT: Πού βλέπεις να οδηγούνται τα πράγματα;

ΔΠ: Αν δεν γίνει κάτι ριζοσπαστικό, χωρίς καν να ξέρουμε τι αποτέλεσμα θα έχει, μπορεί να είναι και χειρότερα γιατί δεν υπάρχει παιδεία. Μπορεί να λέμε ότι «του Έλληνα ο τράχηλος ζυγό δεν υποφέρει», αλλά η τηλεόραση έχει κάνει καλά τη δουλειά της και έχει αλλοτριωθεί ο κόσμος. Λέει ο Πάγκαλος «όλοι μαζί τα φάγαμε» και ασχολούνται όλοι με αυτόν κι αυτά που λέει. Κανένας δεν ρώτησε: «Καλά εμείς, αλλά και στην Ιρλανδία, στη Ισπανία, στην Πορτογαλία, στη Γαλλία, στην Κύπρο, και εκεί μαζί τα φάγανε;» Δηλαδή αυτό είναι επιχείρημα μόνο για την Ελλάδα; Η ίδια κατάσταση δεν επικρατεί και στις άλλες χώρες; Είναι ένα πείραμα όλο αυτό που γίνεται. Είναι ένα νόμιμο Άουσβιτς χωρίς τους φούρνους αυτό που ζούμε, ένας νόμιμος τρόπος αφανισμού και το έλεγα εδώ και κάνα δυο χρόνια. Δούλεψες μια ζωή, περιμένεις να πάρεις την σύνταξή σου και δεν στη δίνουν ή σου δίνουν ένα χαρτζιλίκι και μετά άντε ψόφα. Ξεχάσαμε να τηρούμε αυτά που εμείς οι ίδιοι λέγαμε, όπως το «παθός, μαθός» καθώς ψηφίζουμε αυτούς που μας καταστρέφουν επειδή φοβόμαστε να έχουμε μια διαφορετική κυβέρνηση. Δεν με ενδιαφέρει ποιος θα είναι, φτάνει να είναι διαφορετικός. Δύσκολο, μια και ο κόσμος έχει μάθει να ψηφίζει με βάση το κακώς εννοούμενο προσωπικό συμφέρον. Αλλά για να το καταλάβεις, θα πρέπει να είσαι πεπαιδευμένος. Στο σκάκι βρίσκεσαι σε καταστάσεις όπου μπορείς να κάνεις μόνο αναγκαστικές κινήσεις γιατί δεν έχεις άλλες επιλογές. Σε μια τέτοια κατάσταση βρισκόμαστε τώρα. Αντί να μαζευτούνε δέκα χιλιάδες, να κλειδώσουνε τα αυτοκίνητά τους στο Σύνταγμα και να κατέβουν όλοι σε απεργία διαρκείας, περιμένουν τους συνδικαλιστές να οργανώνουν μονοήμερες.

Dimitris Poulikakos is by himself an important chapter in the history of Greek rock music. Beside his involvement in some of the classic Greek rock bands of the late 60s and 70s (MGC, Exadaktylos, Ah Vah) and the release of a number of classic albums, like 'Metaforae Ekdromae O Mitsos' (1976) and 'Crazy Love stou Zografou' (1979), his involvement in plenty of albums by other musicians and his appearance as an actor on numerous films and TV series over the decades, his presence alone has always meant and still means a lot to rockers in this country. He has always represented rock'n'roll not just as a radical music form but as a different way of life. 'Uncle Nontas' - as he has sometimes been called - has honoured Wild Thing by giving this interview.

back to articles

περισσότερες στήλες