8miles days of wine and roses - home
του Θανάση "Μοτοσακού" Γιαννόπουλου

Όμορφα άδειοι

Stress Rules«Όλα τα ζώα κυκλοφορούν τη νύχτα - πουτάνες, τσουλάκια που πηδιούνται για τη δόση τους, κωλομπαράδες, τραβεστί, τρελαμένοι, χασικλήδες, πρεζόνια, άρρωστοι, ξεπουλημένοι. Κάποτε μια πραγματική βροχή θα έρθει και θα ξεπλύνει όλα αυτά τα σκουπίδια από τους δρόμους. Πάω παντού. Πάω ανθρώπους στο Μπρονξ, στο Μπρούκλιν, τους πηγαίνω στο Χάρλεμ. Δε με νοιάζει. Δεν μου κάνει καμιά διαφορά. Όλα είναι τα ίδια για μένα. Κάποιοι δεν παίρνουν μαύρους. Εμένα δε μου κάνει καμιά διαφορά». Κάπως έτσι, το 1976 ο κινηματογραφικός Travis Bickle (Robert De Niro), κολλημένος πίσω από ένα τιμόνι ταξί (The Taxi Driver) συνόψιζε τις αιτίες που προετοίμαζαν τη γέννηση ενός τυφώνα προορισμένου να σαρώσει τις δυο πλευρές του Ατλαντικού. Και ο τυφώνας εκείνος ονομαζόταν punk. Κάθε άλλο παρά τυχαία θα επέλεγε, χρόνια αργότερα, το 1982, ο Joe Strummer των Clash να παραφράσει αυτές ακριβώς τις ατάκες στο άλμπουμ που αποτέλεσε το κύκνειο άσμα της punk κίνησης, το Combat Rock.

Το punk σαν κοινωνικό κίνημα με μουσικές κατευθύνσεις δεν ήταν δυνατό να μην καταγραφεί σε φιλμ. Άλλωστε, από την εποχή των κοινοβιακών χίπις δεν είχε εμφανιστεί κάποια άλλη μουσικοκοινωνική πρωτοπορία με σαφή πρόθεση να γκρεμίσει τα πάσης φύσεως στεγανά. Η διαφορά ήταν ότι οι χίπηδες, πεπεισμένοι για την ορθότητα της θέσης τους, επιχείρησαν να γκρεμίσουν το παλιό χτίζοντας το καινούργιο ενώ οι punks, σπρωγμένοι από την ασφυξία που τους προκαλούσε το κοινωνικό σύστημα, επικεντρώθηκαν στο γκρέμισμα χωρίς να ενδιαφέρονται για το ξαναχτίσιμο. Διαφορετικοί καιροί, διαφορετικές ανάγκες, διαφορετικά ήθη... Όσοι δεν τα έζησαν μπορούν να διαφωνούν επ' άπειρον σχετικά με τις μουσικές φόρμες (ή την έλλειψή τους) στο punk, μπορούν να στραβώνουν τα μούτρα μπροστά στις προκλητικές συμπεριφορές οι οποίες συχνά καταντούσαν να αυτοτροφοδοτούνται από την ίδια τους την προκλητικότητα, αλλά θα βρίσκονται μονίμως εκτός θέματος όσο δεν κατανοούν το κεντρικό νόημα του παραπάνω μονολόγου του Travis: «Δε με νοιάζει. Δεν μου κάνει καμιά διαφορά. Όλα είναι τα ίδια για μένα». Όλα ήταν ίδια στις αρχές του '80 κι όλα ήταν άσχημα, καταπιεστικά και βαρετά επαναλαμβανόμενα σε βαθμό σχιζοφρένειας.

Dennis HopperΤότε, το 1980, επέλεξε να ξαναχτυπήσει ο (περιθωριοποιημένος από την εποχή του Easy Rider) Dennis Hopper με μια ακόμα σημαδιακή ταινία, αποδεικνύοντας ότι διέθετε αισθητήριο αντίληψης των νέων τάσεων, το οποίο θα ζήλευε μέχρι και η CIA. Η ταινία ονομαζόταν Out of the Βlue, όπως το τραγούδι του Neil Young που αποτελούσε τη ραχοκοκαλιά της, μαζί με το "Heartbreak Hotel" του Elvis. Και ήταν η καταγραφή της καθημερινότητας μιας έφηβης (στον ρόλο η αυθεντικότερη αλήτισσα που καταγράφηκε ποτέ από τον κινηματογραφικό φακό, η Linda Manz) που προερχόταν από κατεστραμμένη οικογένεια (πατέρας άρτι αποφυλακισθείς, μητέρα πρεζόνι) και προσπαθούσε να βρει «δικούς της» ανθρώπους σε έναν εχθρικό κόσμο. Η ταινία ξεκινάει με μια από τις περιεκτικότερες σκηνές που έχουν κινηματογραφηθεί ποτέ. Η πιτσιρίκα σκαρφαλωμένη στο εγκαταλειμμένο φορτηγό του πατέρα της, μιλάει στον ασύρματο προσπαθώντας να επικοινωνήσει με κάποιον, οποιονδήποτε, που να της μοιάζει: «Σαμποτάρετε την ομαλότητα. Το punk δεν είναι σεξουαλικό, είναι σκέτη επιθετικότητα. Καταστρέψτε. Σκοτώστε όλους τους χίπις. Δεν μιλάω για σένα, μιλάω σε σένα. Αναρχία. Η disco είναι σκατά. Δεν θέλω ν΄ακούσω για σένα, θέλω να ακούσω από εσένα. Εδώ Πανέμορφη. Με λαμβάνει κανένας εκεί έξω; Η disco είναι σκατά, σκοτώστε όλους τους χίπις. Όμορφα άδειοι –ναι; Σαμποτάρετε την ομαλότητα. Όβερ. Εδώ Πανέμορφη. Όβερ».

Linda ManzΗ πιτσιρίκα νιώθει προδομένη απ' όλους τους ενήλικους - κι από τον Elvis, και από τον Neil Young, μόνο ο Johnny Rotten (αυτός στον οποίο αναφέρεται το Out of the blue) της έχει απομείνει. Περιπλανιέται στην πόλη, βρίσκει για λίγο την ευτυχία καθώς μπλέκεται με τη συναυλία ενός punk γκρουπ, των θρυλικών Καναδών Pointer Sticks, αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι πάντα θα υπάρχει κάποιος που στην έχει στημένη στη σκοτεινή πλευρά του δρόμου. Ο πατέρας της αποφυλακίζεται και όλα μοιάζουν να πηγαίνουν προς το καλύτερο, μέχρι να πάρει χαμπάρι η πιτσιρίκα ότι το καλύτερο είναι απλώς ο προθάλαμος του εφιάλτη.

Η ταινία γυρίστηκε μέσα σε πέντε βδομάδες στο Βανκούβερ και είναι η επιτομή του DIY κινηματογράφου. Ο προϋπολογισμός φωνάζει από μακριά ότι είναι σχεδόν ανύπαρκτος αλλά αυτό δεν είναι λόγος για γελοιότητες ή εκπτώσεις.

Αν έχεις απορία από που ξεφύτρωναν όλοι εκείνοι οι πάνκηδες, η ταινία είναι η καλύτερη απάντηση. Γιατί η CeBe (η πιτσιρίκα πρωταγωνίστρια με το όνομα ασυρμάτου) είναι η κοπέλα που έμενε δυο σπίτια πιο κάτω από το δικό σου και κώλωνες να της μιλήσεις, είναι η κοπέλα που συνάντησες κάποιο βράδυ καταστροφής και της έκανες πλάτες για να κάψετε την πόλη. Η CeBe είναι η παιδικότητα που ποτέ δεν καταφέραμε να κατακτήσουμε και η επιθετικότητα του άσχημα στριμωγμένου παιδιού. Η CeBe είναι το punk.

Anne CarlisleΤο 1982 όλα είχαν τελειώσει. Οι Clash έβγαζαν το καλύτερο (και συνάμα το τελευταίο κανονικό τους) άλμπουμ αποχαιρετώντας μας, κάποιος κύριος Johnny Lydon (του οποίου η φάτσα μας θύμιζε πολλά) ακολουθούσε τους δικούς του δρόμους πρόκλησης προσπαθώντας ταυτόχρονα και να παίξει μουσική, ένας φιγουρατζής ονόματι Adam Ant έκανε εκκεντρικές σαχλαμάρες, με δυο λόγια, τίποτα δεν θύμιζε τις ένδοξες μέρες της punk. Μέσα σ' αυτό το μελαγχολικό κλίμα ήρθε μια ταινία κοινωνικού κανιβαλισμού να ταρακουνήσει όσους τυχερούς κατάφεραν να την παρακολουθήσουν. Το όνομά της Liquid Sky, σκηνοθεσία έκανε ο Slava Tsukerman. Επρόκειτο για το δημιούργημα μιας κολεκτίβας Ρώσων εμιγκρέδων της Νέας Υόρκης, οι οποίοι μάζεψαν κάποιους Αμερικάνους ηθοποιούς και έστησαν ό,τι εξωφρενικότερο είχε παρουσιαστεί από την εποχή που ο Andy Warhol και ο John Waters ήταν στα ντουζένια τους. Σε ένα περιβάλλον ντρόγκας, αμφισεξουαλικότητας και αποβλήτων του star system η Anne Carlisle είναι ταυτόχρονα το κορίτσι-θύμα και το κακομαθημένο αγόρι, μέχρι που σκάνε μύτη οι εξωγήινοι και όλα πάνε κατά διαόλου (ή κατ' ευχήν, ανάλογα με την οπτική σου γωνία). Ο μονόλογος της πρωταγωνίστριας είναι πιο δολοφονικός κι από το... τέλος πάντων, ας αρκεστούμε στο μονόλογο:

«Θες να μάθεις από πού είμαι; Είμαι από το Κονέκτικατ, μέσα από το Μεϊφλάουερ. Μου έμαθαν ότι ο πρίγκιπάς μου θα έρθει, και θα είναι δικηγόρος, και θα κάνω τα παιδιά του. Και τα σαββατοκύριακα θα κάνουμε μπάρμπεκιου. Και όλοι οι άλλοι πρίγκιπες θα έρχονται με τις πριγκίπισσές τους και θα λένε ‘Γευστικότατο, γευστικότατο’. Τρομερά βαρετό, έτσι;

Anne CarlisleΓι' αυτό λοιπόν μου έμαθαν ότι πρέπει να έρθω στη Νέα Υόρκη και  να γίνω ανεξάρτητη γυναίκα. Κι ο πρίγκιπάς μου θα έρθει και θα είναι ατζέντης, και θα μου βρει έναν ρόλο, και εγώ θα κερδίζω τα προς το ζην καθαρίζοντας τραπέζια. Θα καθαρίζω μέχρι τα 30, μέχρι τα 40, μέχρι τα 50. Και μου έμαθαν ότι για να γίνω ηθοποιός θα πρέπει να είμαι μέσα στη μόδα και για να είμαι μέσα στη μόδα θα πρέπει να είμαι ανδρόγυνη. Και είμαι ανδρόγυνη, όχι λιγότερο από τον David Bowie τουλάχιστον. Κι όλοι με θεωρούν όμορφη και σκοτώνω με το μουνί μου. Ελάτε, ποιος έχει σειρά; Ελάτε να μου κάνετε μάθημα. Πώς μπαίνεις στη show business; Αν είσαι καλή με τον δάσκαλό σου. Αν είσαι καλή με το κοινό σου, αν είσαι καλή. Πώς γίνεσαι γυναίκα; Δείχνοντας ότι τους θέλεις όλους, όταν θέλεις μόνο έναν. Πώς γίνεσαι ελεύθερη και ανεξάρτητη; Αν γαμάς γυναίκες αντί για άντρες, τότε θα ανακαλύψεις ένα ολόκληρο βασίλειο ελευθερίας. Οι άντρες δεν θα σε ποδοπατάνε πλέον, μόνο οι γυναίκες θα το κάνουν. Ελάτε λοιπόν, ποιος έχει σειρά; Ποιος θέλει να μου κάνει μάθημα; Ελάτε, κάντε μου μάθημα. Φοβάστε; Καλά κάνετε, γιατί είναι όλοι νεκροί. Όλοι οι δάσκαλοί μου είναι νεκροί”.

Η ταινία έχει μια αρρωστημένη παιδικότητα, μοιάζει με παραμύθι όπου η καλή νεράιδα σώζει τη βασανισμένη ηρωίδα, μόνο που η ηρωίδα αποδεικνύεται κάθαρμα και η νεράιδα σκοτώνει βουλιμικά. Δεν υπάρχουν καλοί στον κόσμο του Liquid Sky, μόνο σκληροί καιροσκόποι, θύματα και καθάρματα. Και η οποιαδήποτε ελπίδα διαφυγής οδηγεί στο θάνατο.

Η δουλειά του σκηνοθέτη είναι καταπληκτική επειδή καταφέρνει να περάσει ξυστά από τη γελοιότητα (κάτι που δεν κατάφερναν πάντα τα τοτέμ του χώρου, ο Andy Warhol και ο John Waters) και να δημιουργήσει τέχνη κυριολεκτικά από τα σκουπίδια. Το punk έχει πεθάνει κι εσύ βλέπεις στην οθόνη μια παρέα βρυκολάκων να ξεσκίζουν το πτώμα του. Όλο αυτό, παραδόξως, είναι μια πράξη απεγνωσμένης αγάπης. Το τραγούδι της όμορφης κακιάς Paula E. Sheppard με τίτλο Me and Μy Rhythm Box  είναι απλά ένα μινιμαλιστικό αριστούργημα που λέει σχεδόν τα πάντα για τον συναισθηματικό κόσμο μιας παγωμένης γενιάς.

Gary Oldman, Cloe WebbΚαι μετά ήρθε ο τρομερός Alex Cox για να διχάσει τους νοσταλγούς του punk. Ήταν το 1986 όταν κυκλοφόρησε το Sid and Nancy και όσοι επέμεναν να ζουν με ινδάλματα έφριξαν μπροστά στην ιεροσυλία. Επειδή, βλέπεις, ο Cox είχε αποφασίσει να ασχοληθεί με τη ζωή ενός θρύλου! Όσοι θυμούνται τα τραγούδια (τραγωδίες) τύπου "Sid Vicious Was Innocent" των Exploited, καταλαβαίνουν τι εννοώ. Ο Sid ήταν ο δικός μας Jim Morrison, ένας ποιητής που δεν έγραφε ποιήματα, γιατί δεν είχε περισσευούμενο χρόνο, ούτε και διάθεση, ούτε καν ταλέντο. Ο Sid Vicious ήταν «το δηλητήριο στην ανθρωπομηχανή τους»  και έπαιρνε εκδίκηση για όλους εμάς. Έτσι νομίζαμε τουλάχιστον.

Όταν κυκλοφόρησε η ταινία, ο αλλοπρόσαλλος κύριος Lydon, τον οποίο είχε επισκεφτεί ο Cox μαζί με τον Andrew Schofield (τον ηθοποιό που θα τον υποδυόταν στην ταινία), προκειμένου να εξασφαλίσουν τη συγκατάθεσή του, δήλωσε ότι η ταινία ήταν σκουπίδι και θα κινούνταν δικαστικά εναντίον της. Πάντως εμείς πήγαμε να δούμε το φιλμ όταν ήρθε στην Ελλάδα και δεν το μετανιώσαμε καθόλου. Θυμάμαι μάλιστα ότι μονάχα δύο ταινίες έχω δει στη ζωή μου κολλητά σε δυο συνεχόμενες προβολές. Το Liquid Sky και το Sid and Nancy.

Η ταινία ξεκινάει με την μοιραία γνωριμία του Sid Vicious και της Nancy Spungen, που έχει σαν αποτέλεσμα το κόλλημα του Sid με την πρέζα. Ακολουθεί η διάλυση των Sex Pistols, η απομόνωση του ζευγαριού σ' έναν κόσμο εξάρτησης και οι απεγνωσμένες προσπάθειες ξεπουλήματος ενός μύθου για να εξασφαλιστεί το επόμενο φιξάκι. Και φυσικά ο θάνατος.

Sid Vicious, Nancy SpungenΗ ταινία είναι μια ωμή καταγραφή της εξάρτησης αλλά μια βίαιη διεκδίκηση του δικαιώματος στην αυτοκαταστροφή. Ο Sid παρουσιάζεται σαν παιδί που το πέταξαν στο βασίλειο των παιχνιδιών αλλά ξέχασαν να του δείξουν τον τιμοκατάλογο, η Nancy είναι η χαζοχαρούμενη Αμερικάνα αλόγα και ταυτόχρονα ο στερεοτυπικός χαρακτήρας του πρεζονιού, ο Rotten παρουσιάζεται σαν ψυχρός υπολογιστής με οργανωμένο σχέδιο αποσυντονισμού του οποιουδήποτε συστήματος, ο McLaren είναι κλασικός αγιογδύτης. Η ιστορία των Sex Pistols χρησιμοποιείται σαν φόντο προκειμένου να στηθεί η ερωτική ιστορία του Sid και της Nancy.

Στον ρόλο του Sid ένας πρωτοεμφανιζόμενος ηθοποιός ονόματι Gary Oldman (ο άλλος υποψήφιος για τον ρόλο ήταν ο επίσης άβγαλτος τότε Daniel Day Lewis). Φυσικά, όσοι είδαμε τον Oldman σ' αυτή την ταινία, γίναμε φανατικοί θαυμαστές του και όχι άδικα. Η Chloe Webb είναι στην κυριολεξία αγνώριστη ερμηνεύοντας τον ρόλο της Nancy πιο εκφραστικά από ό,τι θα το έκανε η ίδια η μακαρίτισσα αν ζούσε. Η κραυγή της: «Πάντα ήθελα να μοιάζω με τη Μπάρμπι αλλά ποτέ δεν θα το καταφέρω. Η Μπάρμπι δεν έχει μελανιές!» είναι υπόδειγμα συνοπτικής περιγραφής χαρακτήρα. Το αρρωστημένο αστείο της ιστορίας είναι πως στην αφίσα της ταινίας (όπου ο Sid με τη Nancy φιλιούνται σ' ένα σκοτεινό στενό ενώ ο ουρανός από πάνω τους βρέχει σκουπίδια) χρησιμοποιήθηκαν μονταρισμένα τα πόδια μιας κούκλας Μπάρμπι για να αντικαταστήσουν τα πόδια της Webb!

Ο Alex Cox είναι μεγάλος σκηνοθέτης και πολύ δυνατός σεναριογράφος κι αυτά φαίνονται στην ταινία. Το Λονδίνο της παρακμής, η εξοντωτική Νέα Υόρκη, η αρρώστια της πρέζας και η δημιουργική δύναμη της καταστροφής, όλα υπάρχουν μέσα σε αυτό το φιλμ. Πρόκειται για την ωμή καταγραφή μιας ιστορίας αγάπης που, όπως τραγουδάει κι ο Strummer στο σάουντρακ,«σκοτώνει». Λατρεύω να παραθέτω μέρη από το σενάριο αυτής της ταινίας:

Gary Oldman«(Μπάκινγχαμ Πάλας. Μεσημέρι. Ο John με τον Sid  περπατάνε δίπλα-δίπλα. Ο John αγορεύει).

John: Το να είσαι ένας Pistol δεν σημαίνει τίποτα απολύτως. Πρέπει να ξέρεις ποιοι είναι οι εχθροί σου. Οι μπασκίνες, η εκκλησία, οι χίπηδες, οι πολιτικοί, οι γαλαζοαίματοι, η πλουτοκρατία. Και το σεξ επίσης. Το σεξ είναι σκέτη παπαριά. Εμείς δεν είμαστε οι Rolling Stones. Πρέπει να αποφύγουμε το μανιπουλάρισμα από τα ξεφτιλισμένα μπουρζουάδικα μέσα ενημέρωσης...

(Στο μεταξύ ο Sid χώνεται πίσω από μια παρκαρισμένη Ρολς Ρόις. Ο John συνεχίζει να περπατάει, μη έχοντας καταλάβει ότι ο Sid δεν είναι πλέον δίπλα του).

John: Πρέπει να δείχνεις έντονα την αντίδρασή σου σε όλα αυτά.

(Ο Sid έρχεται δίπλα του τρέχοντας. Ο John γυρίζει και τον κοιτάζει. Η Ρολς Ρόις ανατινάζεται πίσω τους).»

«(Μέσα στον τηλεφωνικό θάλαμο, ο Sid κρατάει το ακουστικό στο αυτί της Nancy).

Nancy (τσιρίζει): Μάντεψε μαμά! ΠΑΝΤΡΕΥΤΗΚΑΜΕ. Εγώ κι ο Sid. Ο Sid Vicious θυμάσαι; Από τους Sex Pistols! Όχι, δεν είμαι έγκυος! Το κάναμε επειδή αγαπιόμαστε! Είμαστε ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΙ! Θα τον αγαπήσεις κι εσύ όταν τον γνωρίσεις. Δεν είναι καθόλου όπως τον περιγράφουν οι εφημερίδες! Λοιπόν, τέλος πάντων, γιατί δεν μας στέλνεις ένα ΓΑΜΗΛΙΟ ΔΩΡΟ για τον ΜΗΝΑ ΤΟΥ ΜΕΛΙΤΟΣ; Όχι, όχι, δεν έχουμε σπίτι ακόμα. Γιατί δεν μας στέλνεις μερικά ΧΡΗΜΑΤΑ; Όχι, ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ! Μάλλον έχω κρυώσει λίγο, αυτό είναι όλο. Είναι πολύ αργά εδώ πέρα, νυστάζω κιόλας. Γιατί ΟΧΙ; Είμαι ΕΝΤΕΛΩΣ παντρεμένη! ΕΙΜΑΙ! ΜΠΑΣΤΑΡΔΟΙ! ΔΕ ΝΟΙΑΖΕΣΤΕ ΚΑΘΟΛΟΥ ΓΙΑ ΜΕΝΑ! ΑΝ ΔΕΝ ΜΑΣ ΣΤΕΙΛΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΑ ΘΑ ΠΕΘΑΝΟΥΜΕ ΚΙ ΟΙ ΔΥΟ ΜΑΣ! ΑΝΤΕ ΓΑΜΗΣΟΥ!!

(Η Nancy αρπάζει το ακουστικό από τα χέρια του Sid και παθαίνει αμόκ. Σπάει τα τζάμια του θαλάμου, κόβει τα χέρια της στα γυαλιά).

Nancy: ΟΙ ΠΟΥΣΤΗΔΕΣ! ΤΑ ΓΑΜΗΜΕΝΑ ΤΑ ΜΟΥΝΙΑ! Δεν μας στέλνουν ΚΑΘΟΛΟΥ ΧΡΗΜΑΤΑ! Λένε ότι θα τα δώσουμε για ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ!

Sid: Αφού για ναρκωτικά θα τα δώσουμε.

Nancy: Δεν έχει σημασία. Δεν με πιστεύουν, η ίδια μου η οικογένεια δεν μου έχει εμπιστοσύνη. Όλοι με ΜΙΣΟΥΝ Sid...

Nancy: Εγώ σ' αγαπάω Nancy. Το χέρι σου αιμορραγεί.

Nancy: ΩΡΑΙΑ.»

Matthew Lillard, Michael GoorjianΕκεί κάπου στο (τόσο μακρινό για το punk κίνημα) 1998 ο James Merendino κυκλοφόρησε μια ταινία με τίτλο SLC Punk!, ο ίδιος έκανε σενάριο και σκηνοθεσία. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω την απήχηση της συγκεκριμένης ταινίας στις ΗΠΑ, ούτε φυσικά και τους λόγους που οδήγησαν τον Merendino στην αναπαράσταση της punk κίνησης του Salt Lake City του '80. Είδα την ταινία με τρομερή καθυστέρηση και την ευχαριστήθηκα όπως θα ευχαριστιόμουν κάποιο βίντεο τραβηγμένο στα γυμνασιακά μου χρόνια. Αφέλεια, αγνός χαβαλές, αθωότητα και νοσταλγία:

«Υπεύθυνη προσλήψεων: Μπορώ να σας βοηθήσω;

Sean: Ναι, τηλεφώνησα για τη δουλειά.

Υπεύθυνη προσλήψεων: Τηλεφωνήσατε;

Sean: Ναι, θέλω να πουλάω ρούχα, γυναικεία ρούχα.

Υπεύθυνη προσλήψεων: Δεν ξέρω. Έχετε σχετική εμπειρία;

Sean: Από τι;

Υπεύθυνη προσλήψεων: Από γυναικεία ρούχα;

Sean: Τι σκατά εμπειρία να έχω από γυναικεία ρούχα; Σου μοιάζω για τραβεστί; Δεν είμαι καμιά γαμημένη τραβεστί, εντάξει;

Υπεύθυνη προσλήψεων: Όχι, όχι, όχι, εννοώ, έχετε δουλέψει ποτέ στις πωλήσεις;

Sean: Ε;

Υπεύθυνη προσλήψεων: Ξέρετε, να πουλάτε... ρούχα;

Sean: Μα, αν πούλαγα ήδη ρούχα γιατί να έρθω εδώ ψάχνοντας για δουλειά; Δε νομίζω ότι ο τρόπος σας είναι ο σωστότερος για να ξεκινήσουμε μια εργασιακή σχέση. Έχετε πραγματικά πολύ άσχημη συμπεριφορά κύρια μου. Και βασικά δεν θέλω τη δουλειά σας, δε με νοιάζει πόσα θα μου δίνετε γιατί έχω αξιοπρέπεια, κάποια γαμημένη αξιοπρέπεια, ΕΕΕΕ!»

Matthew LillardΗ ομορφιά της ταινίας βρίσκεται στο ότι χρησιμοποιεί χοντροκομμένα τα συμβολικά στοιχεία του punk απομυθοποιώντας το πλήρως κι έτσι το επαναφέρει στις πραγματικές του διαστάσεις. Φτιάχνεται έτσι ένα ιδιότυπο ντοκυμαντέρ ή μια αποστασιοποιημένη μυθοπλασία, ανάλογα με το πώς θέλεις να το δεις.

«Stevo: Το να παίζεις ξύλο: Τι σημαίνει κι από πού προέρχεται; Ένα στοιχείο: Ο Homosapien. Ένας άνθρωπος. Είναι μόνος στο σύμπαν. Ένας πάνκης. Εξακολουθεί να παραμένει άνθρωπος. Εξακολουθεί να είναι μόνος στο σύμπαν, αλλά συνδέεται με τους γύρω του. Πώς; Κοπανάνε ο ένας τον άλλο. Δεν υπάρχει πιο σίγουρος τρόπος ν' ανακαλύψεις αν είσαι ζωντανός ή όχι. Τώρα. Επιπλοκές. Ένας λόγος για να πλακώνεσαι. Οι διαφορές. Οι διαφορές δημιουργούν αμφισβήτηση. Η αμφισβήτηση είναι λόγος για να παίξεις ξύλο. Τώρα, το να παίξεις ξύλο είναι ένας λόγος για να νιώσεις πόνο. Η ζωή είναι πόνος. Άρα, το να πλακώνεσαι για κάποιο λόγο σημαίνει ότι ζεις για κάποιο λόγο. Τελική ανάλυση: Το να πλακώνεσαι είναι ένας λόγος για να ζεις. Προβλήματα και Αντιφάσεις: Είμαι αναρχικός. Πιστεύω ότι δεν πρέπει να υπάρχουν κανόνες και νόμοι, μόνο χάος. Το να πλακώνεσαι στο ξύλο οδηγεί σε χάος. Κι όταν κοπανιόμαστε μεταξύ μας είναι σκέτο σόου. Αλλά όταν πλακωνόμαστε για κάποιο λόγο, με τους βλάχους, υπάρχει κάποιο σύστημα, πλακωνόμαστε για τα πιστεύω μας, για το χάος. Το να πλακώνεσαι δημιουργεί κάποιες δομές, με τη βία εγκαθιδρύεται η δύναμη και δύναμη σημαίνει διακυβέρνηση αλλά η διακυβέρνηση δεν είναι αναρχία. Η διακυβέρνηση είναι πόλεμος και ο πόλεμος είναι βία. Ο κύκλος πάει κάπως έτσι: το ξύλο που παίζουμε με τους βλάχους είναι μια φτηνή διαστροφή των συμβατικών εχθροπραξιών. Ο πόλεμος συνεπάγεται ακραίες μεθόδους διακυβέρνησης, γιατί οι πόλεμοι γίνονται για να επιβληθούν κανόνες ή ιδέες, ακόμα και η ελευθερία. Αλλά αυτό σημαίνει ότι οι ιδέες κάποιων ανθρώπων επιβάλλονται με τη βία σε κάποιους άλλους, ακόμα κι αν είναι μια ιδέα σαν την ελευθερία, παραμένει ένας κανόνας, δεν είναι αναρχία. Αυτή την αντίφαση την συνειδητοποίησα την άνοιξη του '85. Από το πρώτο μου πάρτυ κιόλας είχα αυτή την απορία ‘Γιατί μου αρέσει να πλακώνομαι;’ Το επεξεργαζόμουν αλλά ακόμα δεν το καταλάβαινα. Επειδή ήταν αντίθετο με τα πιστεύω μου, σαν πραγματικού αναρχικού. Αλλά ξαφνικά τα είδα όλα καθαρά μπροστά μου. Ανταγωνισμός, διαμάχες, καπιταλισμός, κυβέρνηση, ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. Αυτό κάναμε. Πάντα αυτό κάναμε. Ο βλάχοι τσακίζανε στο ξύλο τους punks, οι punks τσακίζανε στο ξύλο τους mods, οι mods τσακίζανε στο ξύλο τους skinheads, οι skinheads την έπεφταν στους χεβιμεταλάδες, οι χεβιμεταλάδες τσακίζανε στο ξύλο τους new wavers και οι new wavers δεν κάνανε τίποτα. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Τι συμπέρασμα έβγαινε; Απολύτως κανένα.»

Jason Segel, Annabeth Gish, Matthew LillardΗ ταινία καταγράφει τις τελευταίες μέρες της παρέας δυο φίλων, πριν ο ένας από αυτούς πάει στο Πανεπιστήμιο. Κλασικό αμερικάνικο κλισέ απ' αυτά που όλοι αγαπάμε να (ξανα)βλέπουμε δηλαδή.

«Stevo: Εκεί ήμουν λοιπόν. Θα πήγαινα στο Harvard, ήταν ολοφάνερο. Θα γινόμουν δικηγόρος και θα έπαιζα σύμφωνα με το γαμημένο το σύστημα κι αυτό ήταν όλο. Θα γινόμουν ο πατέρας μου. Εκείνος βέβαια το ήξερε ότι δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι διαφορετικό. Εννοώ, δεν υπάρχει μέλλον στην αναρχία, εννοώ, ας μην κοροϊδευόμαστε. Αλλά όταν ήμουν μέσα σε όλο αυτό δεν υπήρχαν ποτέ σκέψεις για το μέλλον. Εννοώ, ήμασταν σίγουροι οτι ο κόσμος θα καταστρεφόταν, αλλά όταν αυτό δεν έγινε, έπρεπε να κάνω κάτι, οπότε, γάμησέ τα. Μπορώ πάντα να γίνω ένας ποινικολόγος στη Νέα Υόρκη και να ξεσκίζω τους δικαστές. Εννοώ ότι αυτό ήμουν πάντα: ένας ταραξίας του μέλλοντος. Οι γονείς μας φύλαγαν τόσο προσεκτικά τον κόσμο, ώστε να τον πάρουμε εμείς στη συνέχεια και να τον γαμήσουμε. Μπορούμε να κάνουμε πολύ μεγαλύτερη ζημιά στο σύστημα όταν είμαστε από μέσα παρά όταν είμαστε απ' έξω. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη ειρωνεία, νομίζω. Αυτή και, εντάξει, αυτή εδώ που ζούμε τώρα. Και ‘γαμιέσαι΄ για όλους όσους τα σκέφτηκαν όλα αυτά: υποθέτω πως, όταν όλα θα έχουν ειπωθεί και όλα θα έχουν γίνει, δεν θα είμαι τίποτα περισσότερο από ένας γαμημένος τρέντι ξεκωλιάρης ποζεράς.»

Για τη συγκεκριμένη ταινία επέλεξα να μιλήσουν σχεδόν αποκλειστικά τα αποσπάσματά της, παρά τα δικά μου σχόλια γιατί, ξαναδιαβάζοντάς τα, συνειδητοποιώ ότι με τον αθώο, μπουνταλάδικο, χοντροκομμένο τρόπο των πάνκηδων της Πόλης με την Αλατισμένη Λίμνη περιγράφεται όλη η πορεία κατάρρευσης του punk.

Όπως έγραφε ο τοίχος στο στούντιο των Stress, «το πανκ ζει αλλά αιμορραγεί». Ή όπως τραγουδούσαν οι Boomtown Rats, τότε που είχαν ακόμα επαφή με τους δρόμους: «γεννιέσαι κλαίγοντας και πεθαίνεις πονώντας κι αυτό είναι το όριό σου».  Νομίζω όμως ότι το punk τουλάχιστον κράτησε χαρακτήρα, γεννήθηκε φτύνοντας αίμα και πέθανε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Αυτή η συνοπτική παρουσίαση μερικών, σημαδιακών κατά τη γνώμη μου, ταινιών είχε σκοπό να δείξει τη γραμμή ζωής ενός κινήματος που μπορεί να μη συντάραξε τον κόσμο, αλλά σημάδεψε ανεξίτηλα όσους συμμετείχαν σε αυτό. Από τον Travis μέχρι τον Stevo πέρασαν 22 χρόνια αλλά το: «Δε με νοιάζει. Δεν μου κάνει καμιά διαφορά. Όλα είναι τα ίδια για μένα» απέχει από το «Υποθέτω πως, όταν όλα θα έχουν ειπωθεί και όλα θα έχουν γίνει, δεν θα είμαι τίποτα περισσότερο από ένας γαμημένος τρέντι ξεκωλιάρης ποζεράς» μόλις ένα πανεπιστημιακό δίπλωμα. Κι αυτοί οι δυο τύποι, ο απόβλητος και ο εν δυνάμει γιάπης, σίγουρα θα περνούσαν πολύ όμορφα αν τύχαινε να βρεθούν εκεί έξω.

Tags: Punk movies, Out of the Βlue, Liquid Sky, Sid and Nancy, SLC Punk!, Alex Cox, Sid Vicious, Stress




days of wine and roses - home


Sham 69

Soundtrack των ημερών:

  1. Richard Hell and The Voidoids - Blank Generation
  2. Suicide - Johnny
  3. Television - Marquee Moon
  4. Patti Smith - Hey Joe
  5. Sex Pistols - Liar
  6. Stiff Little Fingers - Suspect Device
  7. The Clash - Janie Jones
  8. Sham 69 - If The Kids Are United
  9. Buzzcocks - Boredom
  10. The Stranglers - No More Heroes
  11. The Damned - Eloise
  12. Generation X - Your Generation

Repo Man

Ιδιωτικές προβολές:

  1. John Cassavetes -The Killing of a Chinese Bookie (1976)
  2. Sam Peckinpah - Bring Me The Head of Alfredo Garcia (1974)
  3. Sidney Lumet - Dog Day Afternoon (1975)
  4. Alex Cox - Repo Man (1984)
  5. Emilio Estevez - Wisdom (1986)
  6. Francis Ford Coppola - The Outsiders (1983)
  7. Stephen Frears - Prick Up Your Ears (1987)
  8. István Szabó - Mephisto (1981)
  9. Michael Cimino - The Deer Hunter (1978)
  10. Alan Parker - Birdy (1984)

Antonin Artaud

Το χαρτί που σκοτώνει:

  1. Joseph Heller - Catch 22 (εκδόσεις ΕΚΑΤΗ)
  2. James Robert Baker - Όνειρα από χρώμιο και βινύλιο (εκδόσεις Aquarius)
  3. George Orwell - Κρατήστε σφιχτά τον μικροαστισμό σας (εκδόσεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ)
  4. Antonin Artaud - Ο Ηλιογάβαλος (εκδόσεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ)
  5. Nick Cave - Η δε όνος είδεν άγγελον (εκδόσεις ΤΥΦΛΟΜΥΓΑ)
  6. Groucho Marx - Κρεβάτια (εκδόσεις ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ)
  7. Albert Camus - Ο μύθος του Σίσυφου (εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ)
  8. Dick Hebdige - Υποκουλτούρα, το νόημα του στυλ (εκδόσεις ΓΝΩΣΗ)
  9. Δημήτρης Δεληολάνης - Η συμμορία του Τυφλοπόντικα (εκδόσεις ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ)
  10. William S. Burroughs - Junky (εκδόσεις ΑΠΟΠΕΙΡΑ)


περισσότερες στήλες