cover

Dead Can Dance [Αθήνα]

Θέατρο Λυκαβηττού, 23/09/12

Νέα rock/pop

-----

Τιμές εισιτηρίων: 28, 35, 40€ (σημεία προπώλησης: Ticket House, ticketpro.gr)


Υπέροχα ανθρώπινα όντα...

Η πολυ-αναμενόμενη επανεμφάνιση των ιδιαίτερα αγαπητών στο ελληνικό κοινό, Dead Can Dance στην Ελλάδα, μετά την πρόσφατη επανασύνδεση τους, είναι παρελθόν. Με δύο εμφανίσεις σε Θεσ/νίκη και Αθήνα, μας έδωσαν την ευκαιρία να τους ξαναδούμε και να τους απολαύσουμε μετά από δεκαέξι χρόνια.
Με φρέσκο άλμπουμ που κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες, κατά ένα μεγάλο βαθμό επηρεασμένο από την - και αφιερωμένο στην - Ελλάδα, το Anastasis, η χώρα δεν θα μπορούσε να λείπει από την παγκόσμια περιοδεία τους. Άλλωστε με κομμάτια ελληνικών ονομάτων όπως το "Amnesia", "Anabasis", "Agape" και με ένα ελληνικότατο στην δομή του, ζεϊμπέκικο, το μαγικό "Kiko", οι DCD είχαν καταστήσει σαφές ότι ήθελαν να επικοινωνήσουν ιδιαίτερα με το ελληνικό κοινό. Στο "Amnesia" ειδικά, που μιλά με αφορμή μια διαδήλωση και διερωτάται για την χαμένη κοινωνική συνείδηση εξαιτίας της παραχάραξης της ιστορίας που κάνουν οι εξουσιαστές αυτού του κόσμου, οι ίδιοι οι DCD μνημονεύουν την σημαντικότερη αρετή των αρχαίων Ελλήνων κατ' αυτούς, την ιστορική μνήμη.

Το Anastasis μάλιστα είχε πλαισιωθεί και με μερικά καλαίσθητα βίντεο κλιπς, που οι ίδιοι έδωσαν στην δημοσιότητα στο κανάλι τους στο YouTube  και τα οποία αξίζει να τα δεις ακόμη και αν δεν εκτιμάς την μουσική τους τόσο. Αλλά είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό;

Η προσέλευση του κόσμου στο ανοιχτό θέατρο Λυκαβηττού επιβεβαίωσε από την πολυμορφία του πλήθους, την ικανότητα των DCD να μιλάν στην γλώσσα των αισθήσεων όλου του κόσμου, ακόμη και με τα πιο διαφορετικά χαρακτηριστικά.

Την βραδιά άνοιξε ο δεξιοτέχνης των hang, David Kuckhermann ο οποίος συνοδεύει τους DCD στο ευρωπαϊκό σκέλος της περιοδείας τους και ο οποίος για περίπου 35 λεπτά άρχισε να εισαγάγει το κοινό στην μυσταγωγία που θα ακολουθούσε.

Το hang είναι ένα σπάνιο μουσικό κρουστό όργανο που κατασκευάζεται στην Ελβετία και συνδυάζει ήχους από marimba, ξυλόφωνο κ.λπ. Μια πραγματικά σπάνια στιγμή για το ευρύ κοινό που δεν είναι πολύ εξοικειωμένο με το όργανο αυτό και τον γλυκό ήχο που βγάζει. Άλλωστε στην Ελλάδα εκτός από τον Spyros Pan και ίσως και μερικούς μαθητές του Τουλιάτου δεν έχει πέσει στην αντίληψή μας άλλος οργανοπαίχτης. Το κοινό τον υποδέχτηκε θερμά και έτσι μπορούμε να πούμε ότι ήταν πολύ επιτυχημένη επιλογή για σαπόρτ. Άλλωστε, στ' αλήθεια: ποιος θα ταίριαζε να ανοίξει την συναυλία ενός τέτοιου μοναδικού στον ήχο συγκροτήματος χωρίς τον κίνδυνο να θεωρηθεί είτε παράταιρος με το ύφος της βραδιάς είτε κακός αντιγραφέας. 

Το σκηνικό λιτό και απέριττο, ο ήχος 'crystal clear' και όλα έτοιμα, στις 9:30 όταν άρχισαν να βγαίνουν στην σκηνή οι DCD μέσα σε θερμότατο χειροκρότημα. Οι πρώτες νότες του "Children of the Sun" και η χαρακτηριστική φωνή του Perry, που στο συγκεκριμένο κομμάτι θαρρείς έχει μετεμψυχώσει τον Jim Morrison στο "The End", μας έβαλαν επιβάτες σε ένα ταξίδι που κράτησε για τις επόμενες δύο ώρες.
Η σκηνική παρουσία τους επίσης λιτή και απέριττη, σχεδόν λακωνική. Ένα σεμνό "kalispera" (στα ελληνικά με προφορά ιρλανδική) ήταν όλο και όλο! Άλλωστε οι DCD δεν συνηθίζουν να μιλάν και να παίζουν με το κοινό. Δεν χρειάζεται!

Το συγκρότημα σταθμός και βασικός συντελεστής, στην μετεξέλιξη του πάλαι-ποτέ κραταιού post-punk και gothic ήχου των αρχών της δεκαετίας του '80 σε κάτι, που διαχύθηκε με αριστοτεχνικό τρόπο σε όλα τα είδη της μουσικής της Μέσης Ανατολής κάνοντας πολλούς να τους θεωρούν πρωτοπόρους αυτού του μουσικού ρεύματος που αργότερα ονομάστηκε world music ή ethnic.

Ethnic είπατε; Ποιανής εθνότητας όμως; Η μουσική των Dead Can Dance είναι το απόλυτο πάντρεμα πολλών διαφορετικών εθνικών κουλτούρων. Η μουσική οπτική τους είναι κατεξοχήν κοσμοπολίτικη: Γρηγοριανοί ύμνοι, αρχέγονοι δερβίσικοι ρυθμοί, σούφι μελωδίες, ελληνικά και τούρκικα ζεϊμπέκικα, ινδική μουσική, βόρειο-αφρικάνικοι ρυθμοί. Ακόμη και οι κέλτικες στιγμές τους, που είναι αρκετές διότι η ιρλανδέζικη καταγωγή των Perry και Gerrard δεν μπορεί παρά να τους επηρεάζει πάντα, είναι και αυτές δοσμένες με έναν οριεντάλ τρόπο.

Όλο τους το δύσκολο σετ, στηρίζεται σε ένα ονειρικό ταξίδι με την μουσική τους. Οι Perry και Gerrard εναλλάσσονταν στα φωνητικά ανάλογα με το κομμάτι. Δεξιά και αριστερά τους τα δύο πλήκτρα γέμιζαν με όγκο τις συνθέσεις τους δίνοντας τους ambient αισθητική και πίσω τους οι δύο κρουστοί έπαιζαν τον έναν μετά τον άλλον τους ανατολίτικους ρυθμούς τους. Το μπάσο διακριτικό και εκεί που χρειαζόταν.
Η φωνή της Gerrard παρά τα χρόνια παραμένει αισθησιακή και μοναδική. Η ικανότητα της να φτιάχνει δικές της λέξεις δείχνει ότι η φωνή εδώ χρησιμοποιείται ως το απόλυτο μουσικό όργανο, όπου σημασία δεν έχει αυτό καθεαυτό το «νόημα» που θα σου δώσει ο στίχος, αλλά το «νόημα» που σου δίνει η μουσικότητά της. Αυτή η διάσημη «γλωσσο-λαλιά» της, η μουσική λεξιπλασία της, την έχει φέρει δικαίως στις κορυφαίες ερμηνεύτριες όλων των εποχών. Ο κόσμος παρακολουθούσε μαγεμένος και απόλυτα εκστασιασμένος τη συναυλία, μη μπορώντας να γυρίσει το κεφάλι του δεξιά και αριστερά, μαγνητισμένος από αυτό που έβλεπε και άκουγε! Ακούστηκαν από δεκάδες ανθρώπους ιαχές "Lisa, we love you!" (χιλιάδες ακόμη το σκεφτήκαμε αλλά ντρεπόμασταν να το φωνάξουμε).
 
Στις κορυφαίες στιγμές της συναυλίας τους, η διασκευή του «Είμαι πρεζάκιας» της Ρόζα Εσκενάζυ! Εκεί που όλο το θέατρο τραγούδησε μαζί με τον Perry. Εκεί βρήκε πιο ρητή έκφραση αυτή η ανάγκη να θυμηθούμε τις μνήμες της κοινωνικής κατάστασης που περιγράφει η Εσκενάζυ την εποχή που γράφτηκε το κομμάτι, το 1932-33, και τις αναλογίες του σήμερα. Οι DCD που συνηθίζουν να μιλάν με πετυχημένες παραβολές (θυμηθείτε τον προφητικό τίτλο The Serpent’s Egg) επέτρεψαν μια εξαίρεση στον κανόνα τους και δήλωσαν ξεκάθαρα αυτή την φορά, πώς βλέπουν την Ελλάδα της σύγχρονης κρίσης.

Στις αξιοσημείωτες στιγμές τα "Dreams Made Flesh" και "Song to the Siren" που μας θύμισε τις εποχές των θρυλικών This Mortal Coil, των all stars της 4AD, αλλά τραγουδήθηκαν από την φωνή του Brendan Perry. 

Το κυρίως σετ κράτησε μιάμιση ώρα περίπου ενώ στα τρία (3!) encore, έπαιξαν άλλη μισή ώρα. Δεν μπορώ να θυμηθώ πότε - και αν - έχω να δω τρία encore σε συναυλία.

Στο τέλος η μαγευτική Lisa Gerrard αφού μας τραγούδησε το "Rising of the Moon", ευχαρίστησε θερμά και καληνύχτισε «τα υπέροχα ανθρώπινα όντα» που βρέθηκαν στην συναυλία, δείχνοντας με το δάκτυλο της όλες τις πτέρυγες του θεάτρου, συμπεριλαμβανόμενων και των κλασσικών «ορειβατών» στα βραχάκια του Λυκαβηττού.

Ακόμη και την στιγμή που τέλειωσε το τρίτο encore και άναψαν τα φώτα, οι περισσότεροι περάσαμε αρκετές στιγμές κολλημένοι εκεί που ήμασταν με την ευχάριστη αυτή γλυκιά αίσθηση ότι κάτι καλό είχε τελειώσει και δεν θέλαμε να το αποχωριστούμε. Σαν το πρωινό μαξιλάρι το οποίο δεν το αφήνουμε αμέσως όταν ξυπνάμε, προσπαθώντας να κάνουμε αναπαράσταση του ονείρου που μόλις αφήσαμε... -- Γιώργος Χλωρός

Dead Can Dance set-list:

01. Children of the sun
02. Anabasis
03. Rakim
04. Kiko
05. Lamma Bada
06. Agape
07. Amnesia
08. Sanvean
09. Nierika
10. Opium
11. The Host of Seraphim

12. Ime Prezakias
13. Now We Are Free
14. All in Good Time
Encore 1
15. The ubiquitous Mr. Lovegrove
16. Dreams made flesh
Encore 2
17. Song to the siren
18. Return of the She – King

Encore 3
19. Rising of the moon

Όλη η συναυλία σε βίντεο θεατή εδώ:



Wild Thing homepage